Καρμεντης

Καρμεντης
    Καρμεντὴς
    πύλη ἥ (лат. Porta Carmentalis) Ворота Карменты (в зап. части Рима, с южн. стороны Капитолия) Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Καρμεντης" в других словарях:

  • παλλάντιον — Πόλη της αρχαίας Αρκαδίας, στα Δ της Τεγέας. Ιδρυτής της θεωρείται ο Πάλλας, εγγονός του Πελασγού και γιος του Λυκάονα. Κατά τη μυθολογία, 60 χρόνια πριν από τον Τρωικό πόλεμο, ο Εύανδρος, γιος του Ερμή και της νύμφης Θέμιδας, ή της Νικοστράτης,… …   Dictionary of Greek

  • υμνολόγιο(ν) — το / ὑμνολόγιον, ΝΑ νεοελλ. 1. συλλογή εκκλησιαστικών ύμνων 2. μτφ. υμνολογία, εξύμνηση με πληθώρα εγκωμιαστικών λόγων αρχ. στον πληθ. τὰ ὑμνολόγια γιορτή προς τιμή τής Καρμέντης, μητέρας τού Ευάνδρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑμνολόγος. Ο τ. με τη νεοελλ.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»